Friday, December 14, 2007

μη σκοτώνεστε, κανείς δεν θα πάρει

Καμιά φορά δεν χρειάζεται και πολύ φιλοσοφία για να δούμε τι πρέπει να κάνουμε στη ζωή. Η θεωρία μας μπορεί πολύ απλά να βασιστεί σε κάποιες βασικές και αδιαμφισβήτητες παραδοχές, όπως για παράδειγμα ότι όλοι θα πεθάνουμε.

Αν ξεκινήσουμε από αυτήν την αναγκαστική παραδοχή, θα δούμε πόσο μάταιο είναι να σκοτωνόμαστε είτε κυριολεκτικά είτε μεταφορικά (να «σκοτωνόμαστε» στη δουλειά ή μεταξύ μας), και πόσο σοφό είναι να απολαμβάνουμε τη ζωή όσο μπορούμε.

Αφού σήμερα είμαστε και αύριο δεν είμαστε, προς τι όλη αυτή η φασαρία; Προς τι οι μικρότητες, οι τσιγκουνιές και οι μιζέριες; Προς τι η φαγωμάρα και ο αλληλοσπαραγμός; Προς τι το αδηφάγο εγώ; Προς τι το άγχος για επιτυχίες που θα μείνουν στις κορνίζες; Προς τι το κυνήγι διακρίσεων που θα γραφούν σε ταφόπλακες; Προς τι ο ανταγωνισμός για συσσώρευση πλούτου («μαζί σου θα τα πάρεις;») που διαλύει την κοινωνία και καταστρέφει τη φύση;

Μια διαρκής υπενθύμιση της «θανατηφόρας» παραδοχής πιθανόν να μπορούσε να απλοποιήσει κάθε θεωρία ατομικής ή συλλογικής καταξίωσης κάνοντας την πιο φιλική προς τον άνθρωπο και τα άλλα ζώα - λέω.

Μη σκοτώνεστε, κανείς δεν θα τα πάρει μαζί του.

ΥΓ. Με αυτό το ειρηνόφιλο μήνυμα κατεβαίνω Ελλάδα για δουλειές, και «καλές γιορτές» σε όλους!

ΥΓ2 οι δουλειές με κρατάνε εδώ (Αθήνα), μέχρι νεωτέρας

Thursday, December 13, 2007

η ιστορία θα δείξει

Ένα από τα πρώτα μου ποστ ήταν πάνω στον ψηφιακό κόσμο με το ίντερνετ και την άπλα του, που επιτρέπει σε ένα σωρό κόσμο να εκφράζεται χωρίς προέγκριση από διευθυντές, επιτροπές, πεθερικά, κλπ.

Αυτή η ψηφιακή διευκόλυνση δεν αφορά μόνο τα μέσα επικοινωνίας αλλά και παραγωγής έργου σε χώρους που πριν θα ήταν αδιανόητη μια τέτοια ευκολία, όπως ο κινηματογράφος. Σήμερα με μια καμερούλα, δυο φιλαράκια και ένα προγραμματάκι μοντάζ στο κομπιούτερ μπορείς να κάνεις μια ταινία χωρίς μία.

Αυτή η ευκολία των μέσων, όμως, δεν παρήγε καμία πληθώρα αξιόλογων ταινιών. Μάλιστα, συγκριτικά με εποχές πολύ πιο δύσκολες -με κάμερες κουρδιστές και τη μουβιόλα τού μοντάζ χειροκίνητη- ο αριθμός των σημερινών αξιόλογων ταινιών είναι κατά πολύ μικρότερος.

Εδώ έρχεται να αποδειχτεί ότι αυτό που κάνει την ταινία δεν είναι τα μέσα, αλλά το τι έχεις μέσα στο κεφάλι σου. Αν το κεφάλι σου έχει σκατά, σκατά ταινία θα κάνεις ό,τι μέσα και να έχεις. Αν πάλι έχεις κατά νου κάτι αξιόλογο, αυτό θα βγει και με μια κάμερα της πλάκας.

Η ψηφιακή ευκολία πιθανόν να δίνει τη δυνατότητα να ειπωθούν αξιόλογα πράγματα που αλλιώς θα τα έτρωγε η μαρμάγκα. Την ίδια στιγμή όμως προκαλεί και μια διάρροια ευκοίλιων έργων που αλλιώς θα έτρωγαν κωλοστούμπωμα. Δεν ξέρω τι είναι προτιμότερο τελικά. Η ιστορία θα δείξει.

Και μιας που λέμε για ιστορία, υπάρχει μια κατηγορία ταινιών που η ιστορία δεν τις έχει δώσει ακόμη τη θέση που αξίζουν. Είναι ταινίες σεμνές, με ευαισθησία, χιούμορ και καλοσύνη, που δεν πουλάνε πνεύμα και για αυτό δεν διακρίνονται σε βραβεία, συμμετοχές σε φεστιβάλ, προτιμήσεις κριτικών, τοπ τεν και άλλα τέτοια. Εγώ τις θεωρώ κατά πολύ ανώτερες από ένα σωρό "καλλιτεχνικά επιτεύγματα".

Για μένα η καλοσύνη είναι βασικό χαρακτηριστικό ενός κινηματογραφικού έργου για να με κερδίσει και θεωρώ μεγάλο δημιουργό αυτόν που κάνει κάτι για τον πλησίον του ξεπερνώντας το εγώ του.

Είδα μια τέτοια καλή ταινία τις προάλλες. Τη διάλεξα τυχαία από τη βιβλιοθήκη του Mitte. Ούτε που την είχα ακούσει. Λέγεται Emmas' Glück. Δεν κυκλοφορεί στα ελληνικά, αλλά την αναφέρω για την ιστορία.

Monday, December 10, 2007

η θερμοκρασία των αισθημάτων

Πολλές φορές ξεχνάμε ότι όλα αυτά που κάνουμε καθημερινά (μικρά ή μεγάλα, βαθυστόχαστα ή ανόητα) μπορούμε και τα κάνουμε γιατί έχουμε την υγεία μας, σωματική και ψυχική. Οι παράμετροι της σωματικής υγείας είναι πάνω κάτω γνωστοί και προσδιορίσιμοι στον βαθμό που βασίζονται σε κάτι υλικό και μετρήσιμο και δεν επηρεάζονται άμεσα από τις ψυχολογικές παραμέτρους, που έχουν κάτι άυλο, αφού άπτονται των αισθημάτων.

Η μη υλικότητα των αισθημάτων δεν σημαίνει, βέβαια, ότι είναι τόσο αόριστα που να μη μπορούμε να εντοπίσουμε τους συσχετισμούς τους και να παρακολουθήσουμε τη διακύμανσή τους, που όταν είναι ομαλή είμαστε καλά, ενώ, όταν δεν είναι, η ψυχική μας υγεία είναι διαταραγμένη.

Πρόσφατα παρατήρησα ότι υπάρχει μια σταθερή θερμοκρασία των αισθημάτων (ή συναισθηματική θερμοκρασία), η οποία μας επιτρέπει να λειτουργούμε φυσιολογικά μέσα στον κόσμο αναγνωρίζοντας τον εαυτό μας ως μέρος του.
Όταν αυτή η θερμοκρασία πέφτει, ο κόσμος παγώνει. Δεν υπάρχει η θέρμη που μας ενεργοποιεί εντός του. Η εικόνα του ψυχρή, δεν θέλγει το βλέμμα. Ο κόσμος παγώνει και αδειάζει (π.χ. κατάθλιψη).
Όταν αυτή η θερμοκρασία ανεβαίνει πάνω από το κανονικό σαν πυρετός, ο κόσμος υπερθερμαίνεται και γεμίζει με φαντάσματα (π.χ. σχιζοφρένεια) ή κινδύνους (π.χ. φοβίες, πανικός, ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή).

Πολλές από τις ενέργειές μας γίνονται για να διατηρήσουμε σταθερή τη συναισθηματική μας θερμοκρασία. Οι προσωπικές μας σχέσεις - και τα υποκατάστατά τους, όταν αυτές δεν λειτουργούν - παίζουν αυτό το ρόλο.
[Τα υποκατάστατα που βάζουμε στο σώμα μας (γλυκά, ναρκωτικά, αλκοόλ, τσιγάρο, κλπ.) χαλάνε το μηχάνημα, αν και προσωρινά ανεβάζουν τις στροφές του για να κρατήσει τη θερμοκρασία του σταθερή, αλλά φαίνεται ότι η ανάγκη μας για θέρμη είναι τόσο μεγάλη που εκείνη τη στιγμή δεν το υπολογίζουμε.]

Το πλέγμα των προσωπικών σχέσεων που κρατούν τη θερμοκρασία μας σταθερή πλέκεται γύρω από τρεις βασικές σχέσεις-κορμούς. Αυτές είναι η σχέση με τους γονείς (ιδίως τη μάνα), με τους φίλους (ιδίως τους κολλητούς) και με τον/την σύντροφο μας.
[Δεν αναφέρω τη σχέση με τα παιδιά μας, για όσους έχουν, διότι αυτή δεν είναι σχέση είναι υπέρβαση, την οποία όμως το άτομο δεν μπορεί να κάνει αν το ίδιο είναι διαλυμένο. Τότε, δεν έχει βάση για να κάνει καμία υπέρ-βαση.]

Όταν οι σχέσεις-κορμοί είναι διαλυμένες, είναι πολύ δύσκολο για το άτομο να κρατήσει τη συναισθηματική του θερμοκρασία χωρίς βοήθεια, που αν δεν έρθει έγκαιρα, τότε αυτό εκτρέπεται είτε προς την συναισθηματική παγωμάρα, είτε προς τον πυρετό της ψυχής, ανάλογα με τον χαρακτήρα του και το ιστορικό του.

Πολλές σχέσεις-κορμοί φαίνονται εξωτερικά υγιείς αλλά μέσα είναι νοσογόνες. Για να είναι μια σχέση υγιής θα πρέπει να έχει κάποια βασικά χαρακτηριστικά με πρώτο και καλύτερο την αμοιβαία αποδοχή. Βάζω πρώτα την αποδοχή και όχι την αγάπη- αν και αυτή είναι το άλφα και το ωμέγα- για να εισάγω στην αοριστία της άκριτης αγάπης κάποιο κριτήριο που να μας επιτρέπει να ξεχωρίσουμε τα χαρακτηριστικά μιας υγιούς σχέσης.

Αυτό που σε μια σχέση με βοηθάει να κρατάω τη θερμοκρασία των αισθημάτων μου σταθερή είναι ότι μπορώ να είμαι ο εαυτός μου χωρίς να χρειάζεται να αναλώσω ενέργεια για να αποδείξω κάτι, ούτε να προσπαθώ για κάποια αναγνώριση από τον άλλο. Αναγνωρίζω τον εαυτό μου και τον αποδέχομαι μέσα από την αποδοχή του άλλου τον οποίο επίσης εκτιμώ και αποδέχομαι.

Όταν δεν υπάρχει αυτή η αμοιβαιότητα σε καμία από τις τρεις σχέσεις κορμούς (αν υφίστανται βέβαια αυτές), τότε βρισκόμαστε στα πρόθυρα συναισθηματικής αποσταθεροποίησης, αν δεν τα έχουμε διαβεί κι όλας.

Οι άρρωστες σχέσεις είναι το επόμενο που πρέπει να κοιτάμε αφού πρώτα ακούσουμε προσεκτικά τα συναισθήματα μας, τη φωνή της ψυχής μας. Η θερμοκρασία των αισθημάτων μας θα μας πει αν κάποιος είναι καλός γονιός, φίλος ή σύντροφος, και αν είμαστε κι εμείς για αυτόν το ίδιο.

Wednesday, December 5, 2007

κάπου στο Ράινικεντορφ

Μια γνωστή μάς κάλεσε να παρακολουθήσουμε μία από τις τελικές πρόβες της χορευτικής ομάδας στην οποία συμμετείχε κι έτσι πήγαμε με τη Ρενάτε κάπου στο Ράινικεντορφ (μια άσημη περιοχή), σε έναν αθλητικό χώρο όπου θα γινόταν.

Είχαν έρθει εκεί και κάποιοι άλλοι φίλοι και γνωστοί της ομάδας, που όταν συγκεντρώθηκαν, άρχισε την πρόβα της.

Εντυπωσιάστηκα μόλις είδα τη γνωστή μας να μεταμορφώνεται με τη μουσική δίνοντας στο σώμα της μια πλαστικότητα και ευλυγισία που δεν περίμενα, γιατί δεν έχει την τυπική κατατομή μπαλαρίνας (αφού είναι κάπως γεματούλα). Βέβαια, αυτό που βλέπαμε δεν ήταν μπαλέτο, αλλά σύγχρονος χορός, που όμως έχει απαιτήσεις από τους χορευτές πιο σύνθετες από την εκτέλεση χορευτικών φιγούρων.

Ήταν τόσο όμορφο και συγκινητικό να βλέπεις αυτήν την ομάδα ανθρώπων να χορεύουν κάπου στο Ράινικεντορφ, παραχωρώντας πλήρως τη σωματική τους υπόσταση στη μουσική και όχι σε κάποιον πρακτικό σκοπό, που με έβγαλαν αυτομάτως από τις (πρακτικές) έννοιες μου και με πέρασαν σε άλλη σφαίρα. Να λοιπόν η μεταφυσική λειτουργία της τέχνης, (που έλεγα).

Μετά τη μέση, όμως, έπιασα τον εαυτό μου να σκέφτεται πάλι τα δικά του – δείγμα ότι η παράσταση είχε αρχίσει να κάνει κοιλιά. Τότε, άρχισα να σκέφτομαι τι ήταν αυτό που δεν πήγαινε καλά με την παράσταση και πού χώλαινε.

Η κάθε τέχνη, όσο και να δίνει μορφή σε κάτι άυλο (λειτουργώντας μεταφυσικά, όπως είπαμε), έχει τους δικούς της πολύ αυστηρούς και στιβαρούς κανόνες για να παράγει το παράδειγμα τελειότητας ενός καλλιτεχνικού έργου που να αναλογεί σε Αυτό με το οποίο μας φέρνει σε επαφή.

Αφού εντόπισα σε ποιους κανόνες έπεφτε έξω η παράσταση και για αυτό έχανε, είπα μέσα μου ότι θα το συζητήσω μετά με τη Ρενάτε για να μου πει και αυτή τη γνώμη της και πώς της φάνηκε το πράγμα

Δεν μου περνούσε από το μυαλό ότι θα γινόταν μια ανοιχτή συζήτηση μετά το τέλος της πρόβας, αλλά αυτό ακριβώς έγινε!

Μόλις τελείωσε η παράσταση και μετά τα θερμά χειροκροτήματα για την πολύ καλή προσπάθεια, ρωτάει η χορογράφος το κοινό πώς τους φάνηκε και αμέσως αρχίζουν όλοι με τη σειρά να λένε ανοιχτά τη γνώμη τους, και εγώ παθαίνω πλάκα - Έχω πάει σε αρκετές πρόβες στην Ελλάδα, αλλά τέτοιο πράγμα δεν έχω ξαναδεί. Αν εκφέρεται ποτέ καμιά γνώμη από τους θεατές, λέγεται κατ’ ιδίαν στον κολλητό που μας κάλεσε και όχι ανοιχτά από όλους σε όλους. Για αυτό βέβαια ό,τι μαθαίνουμε (αν το μαθαίνουμε) το μαθαίνουμε εκ των υστέρων, από τα διαπεπραγμένα λάθη μας (αν τα πάρουμε χαμπάρι).

Καλλιτέχνες υπάρχουν πολλοί, λίγοι καλοί, αλλά, όλοι (συνειδητά ή όχι, σωστά ή λάθος) ασχολούνται με κάτι που τείνει προς το τέλειο. Έτσι, όσο καλός και να είσαι ως καλλιτέχνης χρειάζεσαι κάποια στιγμή τη γνώμη του άλλου, εκτός αν είσαι «θεός», που δεν το νομίζω.

Όσο και αν το καλλιτεχνικό έργο μιμείται την τελειότητα του κόσμου ("μίμηση πράξεως τελείας"), η τελειοποίησή του χρειάζεται το βλέμμα του άλλου και τη συνεργασία του. Το είδα να συμβαίνει στην πράξη, κάπου στο Ράινικεντορφ (μιαν άσημη περιοχή).